Ποίηση, το βάλσαμο της ψυχής
January 19, 2008 11:54 pm Uncategorized
Πριν λίγο ο φίλος akamas ανάμεσα σε άλλους απηύθυνε και σε μένα ένα κάλεσμα συμμετοχής στη σκυταλοδρομία ποίησης που διοργανώνει το καφέ του βιβλίου.
Δέχτηκα με χαρά την πρόσκληση, αλλά… τότε άρχισαν να προβλήματα. Προσπάθησα να διαλέξω ένα ποίημα που να το ξεχωρίζω ανάμεσα στα πολλά, αλλά δε μου ήταν καθόλου εύκολο. Με πολύ κόπο ξεχώρισα μερικά. Όσο κι αν σας κουράσω, δε μπορώ να παραλείψω κανένα τους.
Ξεκινώ με αποσπάσματα από τον «Γύφτο Λαό» του Κωστή Παλαμά:
«Γύφτε λαέ, άκουσέ με!… Το πρωτόσταλτο είμαι
σημάδι από την πλάση που θάρθει-
κ’ ύστερα κι από ποιους καιρούς και χρόνια πόσα!
Ένας εγώ, και ζω για χίλιους.
Γύφτε λαέ, άκουσέ με…- δε σου μίλησε
προφήτης σου ποτέ σαν τη δική μου γλώσσα!
(…)
Ο Νόμος, όταν απ’ τη γνώμη του σοφού
δε δίνεται σαν κάτι τι θεόσταλτο,
στραγγουλιστής και πνίχτης είναι ο Νόμος!
Πνοή του Νόμου, που τα πάντα κυβερνά,
μέσα μας είν’ εμάς ο Νόμος, αητομάτης!
Νόμος, εμάς, νυχτοήμερα και πάντα, ο δρόμος!
(…)
Εμείς δε γονατίσαμε σκυφτοί
τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού,
σαν τα σκουλήκια που πατεί μας
μα για ν’ αντισταθεί με το σπαθί,
βρέθηκε σαν πολύ στοχαστική
και σαν πολύ ονειρόπλεχτη η ψυχή μας.
Δεν μπορώ να αφήσω έξω τον Μανώλη Αναγνωστάκη με το «Κι ήθελε ακόμη»:
Κι ήθελε ακόμη
πολύ φως να ξημερώσει.
Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα
Έβλεπα τώρα
πόσα κρυμμένα τιμαλφή
έπρεπε να σώσω
πόσες φωλιές νερού
να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε.
Δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμους.
Τον πανικό που στραγγαλίζει
την καρδιά σας σα σημαία
καρφώσατε σ’ εξώστες.
Με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα.
Η πρόγνωσή σας ασφαλής:
«Θα πέσει η πόλις».
Εκεί, προσεκτικά, σε μια γωνιά
μαζεύω με τάξη
φράζω με σύνεση
το τελευταίο μου φυλάκιο,
κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους
στολίζω με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα
πλέκω με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου
και περιμένω.
Όρθιος και μόνος
σαν και πρώτα
περιμένω.
Θα ήθελα να κάνω μια σπονδή στον αγαπημένο μου Ναζίμ Χικμέτ και τα «Γράμματα στην αγαπημένη» (σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου). Διάλεξα «Για τη ζωή»
Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε.
Πρέπει να την επάρεις σοβαρά
όπως, να πούμε, κάνει ο σκίουρος
δίχως απ’ όξω κι από πέρα να προσμένεις τίποτα.
Δεν θα’χεις άλλο παρεξόν απ’ το να ζεις.
Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε.
Πρέπει να την επάρεις σοβαρά
τόσο, μα τόσο σοβαρά,
που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος σ’ ένα τοίχο
με τα χέρια σου δεμένα
ή μέσα στ’ αργαστήρι
με λεπτή μπλούζα και μεγάλα ματογυάλια
θε να πεθάνεις για να ζήσουν οι ανθρώποι,
οι ανθρώποι που ποτέ δε θα’χεις δει το πρόσωπο τους.
Και θα πεθάνεις ξέροντας καλά
πως τίποτα πιο ωραίο,
τίποτα πιο αληθινό απ’ τη ζωή δεν είναι.
Πρέπει να την επάρεις σοβαρά
τόσο, μα τόσο σοβαρά
που θα φυτεύεις, σα να πούμε, ελιές
ακόμα στα εβδομήντα σου
όχι καθόλου για να μείνουν στα παιδιά σου
μα έτσι γιατί το θάνατο δε θα τονέ πιστεύεις
όσο κι αν τον φοβάσαι.
Μα έτσι γιατί η ζωή
θε να βαραίνει πιότερο στη ζυγαριά σου.
Και τον «Κερέμ»
«Είναι βαρύς ο αγέρας σα μολύβι»
φωνάζω.
Φωνάζω, φωνάζω.
«Ελάτε γρήγορα»,
σας φωνάζω,
«να λιώσουμε το μολύβι».
Κάποιος μου λέει
«Φωτιά θα πάρεις απ’ την ίδια σου φωνή
θα γίνεις στάχτη σαν το Κερέμ
που κάηκε απ’ τον έρωτά του»
Κι εγώ του λέω
«Ας καώ, ας γίνω στάχτη σαν τον Κερέμ.
Αν δεν καώ εγώ,
αν δεν καείς εσύ,
αν δεν καούμ’ εμείς,
πώς θα γενούμε τα σκοτάδια λάμψη;».
Φωνάζω, φωνάζω, φωνάζω.
«Ελάτε γρήγορα»
σας φωνάζω
«να λιώσουμε το μολύβι».
Όμως, ως ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟΣ δε μπορώ παρά να κλείσω με τον Λουί Αραγκόν επειδή κι εγώ «Τον ίδιο δρόμο θα κανα ευθύς»:
Μέσ’ στο κελί του, λεν, δύο νομάτοι
του ψιθύριζαν τη νύχτα αυτή
- Γίνε δικός μας και πες μας κάτι
Τόσο βαρέθηκες τη ζωή;
***
Μπορείς να ζήσεις, μπορείς να ζήσεις
μπορείς να ζήσεις, καθώς εμείς,
θε να γλιτώσεις μόλις μιλήσεις
και με κεφάλι σκυφτό θα ζεις.
***
Κι αν να ξανάρχιζα μου μελλόταν:
τον ίδιο δρόμο θά κανα ευθύς.
Για αυγές μιλάνε μελλούμενες, όταν
βροντούν οι άλυσες της φυλακής.
***
Μόνο μια λέξη κι η πόρτα ‘νοίγει
ανοί και φεύγεις. Μια λέξη μόνο
κι αυτός ο μπόγιας μεμιάς θα φύγει
Για σκέψου, σκέψου, σκέψου ξανά
πόση έχουν γλύκα τα πρωινά.
Αν δε σας κούρασε αυτή η ομοβροντία, πάρτε και σεις μέρος σ’ αυτή τη σκυταλοδρομία. Αν μη τι άλλο, λειτουργεί ως καθαρτικό της ψυχής από την τόση μπόχα που εισπνέουμε καθημερινά από μύριες κατευθύνσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου