Κλασσικά
Poe Edgar Allan: Ποιήματα Μοναδικά...
Βιογραφικό
Η προσωπική τραγωδία ήταν, δυστυχώς, μια επαναλαμβανόμενη κατάσταση σ' ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής του. Γεννημένος στηΒοστώνη το 1809 από γονείς ηθοποιούς, ποτέ δε γνώρισε τον πατέρα του Ντέιβιντ Πόε, που εγκατέλειψε τη μητέρα του κι εξαφανίστηκε λίγο μετά τη γέννηση του, για να πεθάνει στη Βιρτζίνια το 1810. Η μητέρα του, που υπέφερε από φυματίωση, πέθανε στο Ρίτζμοντ τηςΒιρτζίνια τον Δεκέμβρη του 1811, αφήνοντας ορφανούς τονΈντγκαρ, το μεγαλύτερο αδελφό του Ουίλιαμ-Χένρι και την ετεροθαλή αδελφή τους Ροζαλί. Η κυρία Φράνσις 'Αλαν από το Ρίτζμοντ έπεισε τον πλούσιο έμπορο σύζυγό της Τζον να πάρει στο σπίτι τους τον μικρό. Ήταν στο σπίτι τους που μεγάλωσε, κι εκεί δέχτηκε και τις πρώτες επιρροές του, που ήταν ιστορίες σκλάβων και παραμύθια ειπωμένα από καροτσέρηδες κι έμπορους της θάλασσας. Οι νεκροί κι οι ετοιμοθάνατοι πάντα όριζαν την ψυχοσύνθεση του. Σύμφωνα μάλιστα με μια ιστορία, όταν ήταν 6χρόνων, κάποια μέρα καθώς περνούσε από το τοπικό νεκροταφείο ένιωσε να «καταλαμβάνεται από τον τρόμο», καθώς ήταν σίγουρος ότι τα πνεύματα των απέθαντων θα τον κυνηγούσαν. Το 1815, η οικογένεια πήγε στη Σκοτία και την Αγγλία, όπου έζησαν για 5 χρόνια. Οι εμπειρίες από το σχολείο προσέθεσαν ακόμη περισσότερες επιδράσεις στη ζωή του. Επιστρέφοντας στο Ρίτζμοντ κι ενώ βρισκόταν στα πρώτα χρόνια της εφηβείας, άρχισε να γράφει ποίηση σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Λίγο μετά συνάντησε και τον έρωτα στο πρόσωπο ενός κοριτσιού που άκουγε στο όνομα Ελμίρα, με την οποία και συνήψε δεσμό. Το 1826 τον έστειλαν στο πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια για να σπουδάσει νομικά. Ο πλούσιος πατριός του, με τον οποίο πάντα είχε μια τρικιμιώδη σχέση, του έδωσε 100 δολάρια για να καλύψει τα χρονιαία του έξοδα, τα οποία ξεπερνούσαν τα 450 δολάρια. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες ο νεαρός ποιητής σύντομα βρέθηκε χρεωμένος κι άρχισε να παίζει χαρτιά για να καλύψει τις ζημιές του. Και σαν να μην έφταναν αυτά, τα γράμματα της Ελμίρα προς αυτόν υποκλέπτονταν κι από τους γονείς της κι από τους δικούς του, με αποτέλεσμα η κοπέλα που δεν πήρε τις απαντήσεις που περίμενε, ώστε να πειστεί ν' αρραβωνιαστεί κάποιον άλλο. Μετά απ' αυτό, ο Έντγκαρτο 'ριξε στο ποτό. Οι αντιστάσεις του στο αλκοόλ ωστόσο ήταν αδύνατες και πολύ εύκολα γινόταν βίαιος και παρανοϊκός όταν έπινε πολύ. Μέχρι το τέλος του χρόνου, ο 'Αλαν τον έβγαλε από το πανεπιστήμιο. Μετά από φοβερούς καυγάδες με τον πατριό του ο ποιητής εγκατέλειψε το σπίτι και κατευθύνθηκε προς τη Βοστώνη. Το1827 εξέδωσε το πρώτο του βιβλιαράκι με τίτλο, "Ο Ταμερλάνος &'Αλλα Ποιήματα". Η φτώχεια, τον ίδιο χρόνο, τον οδηγεί στην απεγνωσμένη λύση της στράτευσης. Κατατάσσεται στα 18 του χρόνια σαν Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας στην αίτησή του πως είναι 22 χρόνων. Το 1829, μετά το θάνατο της αγαπητής του μητριάς, κάνει αίτηση για εγγραφή στην στρατιωτική ακαδημία του West Point, έχοντας την υποστήριξη του πατριού του, αλλά και κάποιου αξιωματικού. Με το που βρέθηκε, όμως, στο West Point το 1830, βούλιαξε πάλι στα χρέη. Έμοιαζε επίσης να μη του ταιριάζει το κλίμα κει. Ήταν μεγαλύτερος από τους άλλους φοιτητές, πιο μορφωμένος και σωματικά πιο αδύνατος. Ενώ βρισκόταν στην ακαδημία, μελέτησε τους ρομαντικούς ποιητές: Byron, Shelley, Keats, Wordsworth καιColeridge κι άφησε να διαδοθεί η φήμη ότι ήταν εγγονός τουΜπένετικτ 'Αρνολντ. Έχοντας βαρεθεί το West Point ως τις αρχές του 1831, αποφάσισε να παραμελεί τα καθήκοντά του για να τον διώξουνε. Το Γενάρη πέρασε στρατοδικείο για διάφορα παραπτώματα. Μετά την απόλυσή του, κατέληξε να ζει στη Βαλτιμόρη με την αδελφή του πατέρα του Μαρία Κλεμ (θεία Μάτι) και τη κόρη της Βιργινία. Εκεί, άρχισε να γράφει πεζά κείμενα κι ήθελε να υποβάλει σε διάφορους διαγωνισμούς διηγημάτων. Την ίδια περίοδο, στα 1832, ανακάλυψε και το όπιο, ένα συνηθισμένο φάρμακο της εποχής, που ήτανε διεγερτικό κι είχε την ικανότητα να εξουδετερώνει πείνα και κρύο και να επεκτείνει την αίσθηση του χρόνου. Στη διάρκεια κείνου του καλοκαιριού είχε δεθεί ερωτικά με τη Μαίρη Ντέβερο, αλλά ο δεσμός αυτός δεν κράτησε πολύ, λόγω της τρομακτικής συμπεριφοράς που παρουσίαζε κάθε φορά, που βρισκόταν υπό την επιρροή αλκοόλ ή ναρκωτικών. Το 1833 κέρδισε ένα λογοτεχνικό βραβείο αξίας 50δολαρίων από μιαν εφημερίδα της Βαλτιμόρης για την ιστορία του, "Μήνυμα Στο Μπουκάλι". Αυτό του έφερε πρώτη σημαντική αναγνώριση και φήμη τους τοπικούς λογοτεχνικούς κύκλους. Ο Τζον 'Αλαν πέθανε το 1834, αλλά δεν άφησε κάτι αξίας από την περιουσία του στο θετό γιο που ποτέ δεν υιοθέτησε, που σύντομα πρόσθεσε και τη λήψη λάβδανου στις κακές του συνήθειες. Το 1835επέστρεψε στο Ρίτζμοντ για να δουλέψει σαν συντάκτης στηSouthern Literary Messenger. Τότε ήταν που παντρεύτηκε και τη13χρονη ξαδέρφη του Βιργινία, πρώτα σε κρυφή τελετή και μετά σε δημόσια, που στο πιστοποιητικό της αναφερόταν ότι το κορίτσι ήταν21 χρόνων. Μετά από διάφορες μετακομίσεις και δουλειές η μικρή οικογένεια των Έντγκαρ, Βιργινίας και Μάτι, κατέληξε στηΦιλαδέλφεια, που ο ποιητής έπιασε δουλειά στο Burton's Gentleman's Magazine. Ήτανε στη διάρκεια κείνης της περιόδου που έγραψε μερικές από τις πιο γνωστές ιστορίες τρόμου κι υπερφυσικού. Τότε άρχισε να εκκολάπτεται μέσα του η ιδέα να ξεκινήσει κάποιο δικό του περιοδικό, το The Penn Magazine, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε, The Stylus. Στη διάρκεια ενός δείπνου, το Γενάρη του 1842, ενώ η Βιργινίαέπαιζεν άρπα και τραγουδούσε, ξαφνικά κόπηκε η ανάσα της κι άρχισε να βήχει δυνατά. Βγήκε αίμα από το στόμα της, λερώνοντας το λευκό φόρεμα. Αυτό το γεγονός επιβεβαίωσε κείνο που φοβόταν από καιρό: ότι υπέφερε από τη μυστηριώδη ασθένεια της φυματίωσης που του 'χεν ήδη στερήσει μητέρα και πατέρα. Η ανακάλυψη αυτή τον έριξε με πάθος στο ποτό. Στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1842 κι ενώ η θεία Μάτικρατούσε το σπιτικό όπως μπορούσε, ακόμη και δεχόμενη ελεημοσύνη, η κατάσταση της Βιργινίας υποτροπίασε. Ο Πόε αναζήτησε τη νιόπαντρη Μαίρη Ντέβερο στη Νέα Υόρκη. Περίμενε έξω από τη πόρτα της μέχρι να γυρίσει σπίτι και με το που την είδε τη κατηγόρησε ότι δεν αγαπούσε τον άντρα της. Μετά από λίγες μέρες, τονε βρήκαν να περιπλανιέται στο δάσος, βρώμικος κι αναμαλλιασμένος. Λίγο καιρό μετά μπήκε σ' εφαρμογή ένα σχέδιο για να βρεθεί υποστήριξη για το σχεδιαζόμενο περιοδικό του, μέσω πολιτικών επαφών. Οι προσπάθειές του στη Φιλαδέλφεια απέτυχαν, αλλά το1943 τον προσκάλεσαν για να δώσει μια διάλεξη στην Ουάσιγκτον και να συναντηθεί με τον πρόεδρο στο Λευκό Οίκο. Αυτή ήταν η πιο σημαντική ευκαιρία που 'χε ποτέ για να κάνει καλή εντύπωση και ν' αποκτήσει χρήσιμους συμμάχους. Αλλά, λίγες μόλις μέρες μετά την άφιξή του, πείστηκε να πιει ποτό στη διάρκεια ενός δείπνου. Αυτό οδήγησε σ' ακόμη περισσότερο ποτό. Τελικά, η διάλεξή του ακυρώθηκε κι όταν παρουσιάστηκε στο Λευκό Οίκο, ήταν μεθυσμένος και ρεζιλεύτηκε. Μ' όλες τις ελπίδες για στήριξη στο περιοδικό του κατεστραμμένες, επέστρεψε στη Φιλαδέλφεια. Παρακολουθώντας τη Βιργινία ν' αργοπεθαίνει αυξήθηκαν οι τάσεις του γι' αυτοκαταστροφή. Στο ποίημά του "Το Σκουλήκι Κατακτητής" (The Conqueror Worm), που γράφτηκε στη διάρκεια αυτής της σκοτεινής περιόδου, προβάλει την εικόνα ενός καταστροφικού σκουληκιού ή κάμπιας και την αποσύνθεση της ανθρωπότητας. Αν κι απέκτησε αναγνώριση στους λογοτεχνικούς κύκλους, τίποτα δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τη φήμη που απόκτησε με το που έκδοσε το 1845 το ποίημα, "Το Κοράκι". Το ποίημα αυτό έγινε μια εθνική ψύχωση μέσα σε λίγες βδομάδες κι ανατυπώθηκε σ' εφημερίδες και περιοδικά σ' ολάκερη τη χώρα, αλλά λόγω του ότι τότε δεν υπήρχε προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, όλες αυτές οι ανατυπώσεις δε του απέφεραν ούτε σεντ. Συνέχισε να ζει στην αιώνια φτώχεια του. Στο μεταξύ η κατάσταση της Βιργινίας συνέχισε να χειροτερεύει και το Γενάρη του 1847, στην ηλικία των 25 υπέκυψε στο μοιραίο. Το1848, ο Έντγκαρ αρραβωνιάστηκε τη Σάρα-Έλεν Ουίτμαν, αλλά ο γάμος αναβλήθηκε 2 μέρες πριν τη τέλεσή του, καθώς ο Πόε, που 'χεν υποσχεθεί να κόψει το ποτό, εντοπίστηκε να πίνει. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες επέστρεψε στο Ρίτζμοντ που συνάντησε τον έρωτα της πρώτης του νιότης την Ελμίρα, την οποία αρραβωνιάστηκε. Ο γάμος ορίστηκε για τις 17 Οκτώβρη 1849. Τον Σεπτέμβρη αναχώρησε για να συναντήσει κάποιους φίλους και συγγενείς και να φροντίσει κάποιες δουλειές, ταξιδεύοντας προς τηΝέα Υόρκη μέσω Βαλτιμόρης και Φιλαδέλφειας. Δεν τα κατάφερε να πάει πιο πέρα από τη Βαλτιμόρη. Έφτασε εκεί μεθυσμένος κι εξαφανίστηκε για 5 μέρες. Όταν, τελικά, τον βρήκανε βρισκότανε σε παραλήρημα. Τον οδήγησαν στο νοσοκομείο όπου κρατήθηκε με το ζόρι στη ζωή για λίγες ακόμη μέρες. Πέθανε τη Κυριακή 7 Οκτώβρη 1849, σ' ηλικία 40 ετών μόλις. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Κύριε βοήθα τη φτωχή μου ψυχή». Σαν ένα μυστηριώδες υστερόγραφο στη ζωή του. Κάποιος ανώνυμος επισκέπτης παίρνει τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στον τάφο του, στη Westminster Church τηςΒαλτιμόρης, στην επέτειο των γενεθλίων του συγγραφέα κάθε χρόνο, από το 1949. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου