Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

"Ποιος Ξέρει...", Μαρία Πολυδούρη

"Ποιος Ξέρει...", Μαρία Πολυδούρη


Kάποιοι άνθρωποι είναι κουβαλητές. Στέκονται με άγρυπνο νοιάξιμο πάνω απ'τις πληγές των άλλων και κάνουν ό,τι περνά απ'το χέρι τους και παραπάνω ακόμη, για να τις ιάσουν. Είναι εκείνοι που γνωρίζουν τα βάσανα, τις αγωνίες, τα πικρά τέλματα και τα διλήμματα, και μένουν με τα μάτια ορθάνοιχτα και την καρδιά σταματημένη να παρακολουθούν τις εξελίξεις και να εύχονται με την ψυχή τους για τη θετικότερη έκβαση. Αυτοί οι άνθρωποι, μένουν σιωπηλοί. Της δικής τους ύπαρξης τις λύπες και τους φόβους, τα κρατούν μέσα σε μικρά κουτιά και τα διπλοκλειδώνουν, κάθε που κάνουν να εκφραστούν. Και κανείς δεν ξέρει... κανείς δεν ξέρει πώς νιώθουν.

" τ δάκρια, , θ μ᾿ ρνιόσουν λα ν τβλεπες.
Κι
᾿ μως μου λς πς μ᾿ χεις
γαπήσει... "


Το παρακάτω υπέροχο ποίημα είναι γραμμένο από τη γνωστή ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη. Ανήκοντας στη γενιά των ποιητών του 1920, που έγραφαν εκφράζοντας ως επί το πλείστον ένα αίσθημα παρακμής και απαισιοδοξίας και ούσα για πάντοτε βαθειά ερωτευμένη με τον Κώστα Καρυωτάκη, συνέγραψε άλλο ένα διαμάντι αυθεντικού, γυναικείου συναισθηματισμού που μπορεί να αγγίξει κάθε ευαίσθητη καρδιά.

Οι τρεις πρώτες στροφές του έργου της έχουν μελοποιηθεί από τον Μίλτο Σελιτσανιώτη και ερμηνευτεί από τις μαγικές φωνές της Ελεονώρας Ζουγανέλη και Νατάσας Μποφίλιου.


ΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ...

Καμμιν π τς πίκρες μου δ γνώρισες
τ
ς πίκρες μου τς σωστες τς μαρες.
Κα
στν ματιν μου μέσ᾿ στ φεγγοβόλημα
τ
δάκριά μου στεγνωμένα τ ᾿βρες.
σ μονάχα τ γλυκ χαμόγελο
καμάρωσες στ
χείλη μου πλωμένο
κ
᾿ χες μέσ᾿ στν ματιν μου τ ξαστέρωμα
τ
ν πόθο σου τρελλ καθρεφτισμένο.
Μ γνώρισες ν γέρνω στν γάπη σου
σ
ν πεταλούδα στ λικο λουλούδι
κα
ν σκορπίζω σο καρδιά μου δύνοταν
μεθυστικ
τ ρωτικ τραγούδι.
Γνώρισες τς χαρς μου τ γριο ξέσπασμα
στ
ν νοιξιάτικον γρ πο εώδα
λαχτάρας κύμα
γίνονταν γκάλη μου
τ
νειάτα σου ν σφίγγη κα τ ρόδα.
σ ποτ κρυφ δν κολούθησες
τ
βμα μου σν φεύγω π κοντά σου
κι
᾿ μως κα μ τ σκέψη σου μο δόθηκες
κα
μ τ φλόγα κόμα το ρωτά σου.
Μ ποις τ ξέρει ν, μία στιγμ βρισκόσουνα
κάπου πο
ν μ βλέπεις ταν γέρνω
κα
σκύβω μαζωχτ κάτω π τγριο
χτύπημα, τ
ς στριγγς φωνς πο σέρνω
ν κουες, κα στο πόνου τ ξεχείλισμα
τ
δόσιμο στ ξέψυχο μεθύσι,
τ
δάκρια, , θ μ᾿ ρνιόσουν λα ν τβλεπες.
Κι
᾿ μως μου λς πς μ᾿ χεις γαπήσει.
 

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2014

Λιμνάζουν στα πόδια σου απύθμενα υγρά σ' αγαπώ...

Λιμνάζουν στα πόδια σου απύθμενα υγρά σ' αγαπώ...

Ξάπλωσα ανάποδα στον ουρανό...
βαθειά η νύχτα...
λιμνάζουν τα όνειρα...
οι παλάμες μου στεγνές...
ακροβατούν απελπισμένα στο χαμένο φως...
απεργούν τ' αστέρια...
ξεφτίζοντας το γαλάζιο...
αφαιρώντας απ' τα μάτια...
τ' απύθμενα υγρά σ' αγαπώ...
 
460781164_8b095c22e6.jpg
Μια εικόνα...
σμιλεύει την σκέψη...
βρέχοντας μιαν αιτία παραμονής...
καθρεφτίζοντας στην όραση...
το φυλακισμένο όνειρο...
που αλυσοδέσαμε στην αιχμή μιας στιγμής...
***
Λιμνάζουν στα πόδια σου...
απύθμενα υγρά σ' αγαπώ...
ξεχάστηκαν ορφανά...
στο πρώτο κάταγμα της ψυχής...
 δεν άπλωσες τα χέρια...
δεν ψιθύρισες...
δεν έσταξες...
μια στάλα...
χωρίς δάκρυ...
ζωγραφίζοντας ένα λευκό...
Σ' αγαπώ...
***
Στέλιος Κ.