Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Ο ναυαγός APOSTAGMATA


7 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ναυαγός


Επιπλέει πάνω σε ωκεανούς μιας καρδιάς πάλλουσας,

κύματα γεννιούνται και ξεσπούν ακανόνιστα,
δεν είναι ετούτη μια καρδιά γλυκανάλατη,
οι χτύποι της δεν είναι ψιλοβρόχι,

είναι βροντές πάνω σε κύματα αγριεμένα.


Εκείνος επιπλέει...
Επιπλέει...
Κάποιες στιγμές ανοίγει τα χέρια του,
πληγωμένο θαλασσοπούλι,
ορμά ν’ αγγίξει τον φάρο,
εκείνον που αχνοφέγγει στον ορίζοντα.


Πάει καιρός πια,
δε μπορεί να μετρήσει πόσος καιρός,
ο φάρος του μιλά γι' άρρητες σωτηρίες,
στην γλώσσα εκείνη την αξεδιάλυτη,
την καμωμένη στο τρύπιο δίχτυ της νύχτας,
που αγκαλιάζει στη φούχτα της το φως.


Εκείνος επιπλέει..
Τα πόδια του δε ξεμακραίνουν μια στάλα,
ο φάρος αδιάκοπα καλεί,
τα μάτια γίνονται απόχες,
τα μαλλιά του μακραίνουν,
τρέχουν πάνω στα κύματα,
κάνουν τροχιές γύρω από τα βράχια,
τα βράχια φυλακίζουν στη σιγουριά τους τον φάρο..


Μα τα πόδια του δε ξεμακραίνουν μια στάλα..
Στρέφει το βλέμμα χαμηλά,
προσπαθεί να ξεδιακρίνει τον βυθό,
κι εκεί, στο έρεβος του ωκεανού,
βλέπει την άγκυρα,
αγκυλωμένη στα σπλάχνα της θάλασσας,
αγκιστρωμένη στην ίδια του την καρδιά..


Ένας φάρος κι ένας άνθρωπος,
δυο μικρές κι ασήμαντες κουκκίδες στον ωκεανό,
που αιώνια θ' αποζητούν το εγγύτερα,
ατελεύτητα θα μοχθούν,
να σηκώσουν,
τις άγκυρες...


Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου